Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία, το όρος Άθως δημιουργήθηκε όταν ο γίγαντας Άθως άρπαξε ένα βράχο (βουνό της Θράκης) και το έριξε κατά των Θεών αλλά αυτός έπεσε στην άκρη της Χαλκιδικής, ενώ άλλη παραλλαγή αναφέρει ότι ο Άθως αμυνόταν στην χερσόνησο, όταν ο Ποσειδώνας έριξε εναντίον του το ένα όρος που προηγουμένως απέκοψε από την Καναστραία άκρα της Παλλήνης και τον καταπλάκωσε. Κατά άλλον δε μύθο το όνομα οφείλεται σε έτερο Άθω που ήταν γιος του Ποσειδώνα και της Ροδόπης.
Σημαντική όμως επισήμανση αποτελεί το γεγονός ότι ένα από τα προσωνύμια του Διός ήταν και εκείνος ο «Αθώος Ζεύς» επειδή στη κορυφή του ομώνυμου όρους της χερσονήσου υπήρχε μέγα άγαλμά του. Επίσης υπήρχαν πολλοί βωμοί διαφόρων θεοτήτων πιστεύοντας ότι ποτέ δεν βρέχονταν αφού τα νέφη ήταν πιο κάτω. Ακόμα οι αρχαίοι κάτοικοι πίστευαν ότι η σκιά του Άθωνα έφθανε στη Λήμνο και κάλυπτε άγαλμα βοός της Μύρινας.
Η αρχαιοελληνική ιστορία του Αγίου Όρους
https://arxaia-ellinika.blogspot.com/2021/12/arxaioelliniki-istoria-agiou-orous.html
Οι αρχαίοι Έλληνες αποίκησαν την χερσόνησο του Άθωνος από τους αρχαίους χρόνους όπου η πρώτη ονομασία ήτο Ακτή. Υπήρχαν οκτώ πόλεις εις την χερσόνησο της Ακτής: το Δίον, η Ολόφυξος, ο Άθως οι Ακροθώοι (σήμερα ευρίσκεται η Μονή Μεγίστης Λαύρας), οι Κλεωνές, η Απολλωνία, η Ουρανούπολη, το Παλαιώριο και η Θυσσός.
Ο Ηρόδοτος χαρακτηρίζει τη θάλασσα του Άθωνος «θηριωδεστάτη», διότι κατά το 492π.Χ. εις το σημείο αυτό είχε καταποντίστηκε ολόκληρος ο περσικός στόλος ο οποίος βάδιζε προς την Αθήνα υπό τον Πέρση στρατηγό Μαρδόνιο. Εκεί ο Μαρδόνιος έχασε είκοσι χιλιάδες άνδρες και τριακόσια πλοία. Κατά το διάστημα των Περσικών πολέμων η χερσόνησος απαριθμούσε περί τις δέκα χιλιάδες κατοίκους οι οποίοι λάτρευαν την Δήμητρα, την Αφροδίτη, την Αρτέμιδα, τον Απόλλωνα και τον Ασκληπιό και σύμφωνα με τον Λουκιανό ζούσαν εκατόν τριάντα χρόνια! Πολλοί από αυτούς ήταν Πελασγοί και Ετρούσκοι.
Εις το υψηλότερο σημείο του Άθωνος ευρίσκετο το άγαλμα του Αθώου Διός εξ ου και η ονομασία Άθως, ελέγετο ότι η σκιά του κατά την δύση του ηλίου άγγιζε τη Λήμνο και πως είχε δύο τεράστια διαμάντια για μάτια που έλαμπαν το βράδυ. Από την μυθολογία μαθαίνουμε ότι το όρος είχε παραχωρηθεί από τον Δία εις την «χρυσόθρονον αγνήν Αρτέμιδα», ο ονομαζόμενος και «Κήπος της Αρτέμιδος».
Η θεά Άρτεμης ήταν σύμβολο της αγνότητας και της αιώνιας παρθενίας, της άσπιλης και αμόλυντης παρθένας, η οποία ουδέποτε γνώρισε τον έρωτα, την ανδρική κλίνη και ουδέποτε γέννησε. Από βρέφος είχε ζητήσει από τον πατέρα της Δία την αιώνια παρθενία και ούτε υπέκυψε στα βέλη του θεού Έρωτα όταν αισθάνθηκε το ερωτικό σκίρτημα για τον εκπάγλου καλλονής Ενδυμιώνα.
Στην αρχαιότητα λοιπόν η περιοχή ήταν αφιερωμένη στην Αρτέμιδα, ενώ τα μυστήρια που ετελούντο εκεί από τις ιέρειες Μούσες, αυτός ήταν και ο λόγος που απαγορευόταν ρητά η παρουσία του ανδρικού φύλου. Σε περίπτωση καταπάτησης του άβατον, τότε το άτομο εκτελείτο.Ο Παυσανίας [Αρκαδικά 31,8] αναφέρει ότι σε ιερά αφιερωμένα σε θεές επιτρέπετο η είσοδος σε γυναίκες αλλά σε άνδρες μόνο μία φορά τον χρόνο, δηλαδή ήτο άβατον δια τους άνδρες.
Άλλοι Θεοί που λατρεύονταν επίσης ήταν: ο Ζευς Ομάλιος ή Φύξιος, ο Απόλλων, ο Διόνυσος, ο Ηρακλής, ο Τιτάνας Κρείος, ο Νηρέας, η Αφροδίτη η Ουρανία, η Μορφώ, η Δήμητρα και άλλες πελασγικές και θρακικές Θεότητες. Αναφέρεται επίσης και λειτουργία του μαντείου του Απόλλωνα.
Το 324μ.Χ. ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ανακήρυξε τον Χριστιανισμό μόνη επίσημη θρησκεία της Αυτοκρατορίας. Εξαπέλυσε μεγάλο διωγμό εις το ιερό όρος Άθως κατά των Εθνικών καταστρέφοντας όλα τα εκεί ελληνικά Ιερά, τα περισσότερα των οποίων ήσαν της Αρτέμιδος.Έτσι συν το χρόνο και με την επικράτηση του Χριστιανισμού, από Άλσος της Άρτεμιδος και Άλσος των Μουσών, μετονομάστηκε σε Άγιον Όρος από τον Κωνσταντίνο Θ’ τον Μονομάχο (1042-1054) και περιβόλι της Παναγίας, οπότε τότε άρχισε και το κτίσιμο των μοναστηριών.
Το Άγιο Όρος (επίσημα: Ιερά Κοινότης Αγίου Όρους ) είναι μια «Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία» εντός της Ελλάδας, (ίσως μοναδική στο κόσμο, με εξαίρεση τη κοσμική Λάσα του Θιβέτ), στην χερσόνησο του Αθω Χαλκιδικής στην Μακεδονία, που θεωρείται κέντρο του Ορθόδοξου μοναχισμού.
Θεωρείται από τα σημαντικότερα τμήματα όχι μόνο της Βαλκανικής, αλλά της Ευρώπης και της Ανατολικής Εκκλησίας λόγω της μεγάλης εθνικής, ιστορικής, θρησκευτικής, γραμματειακής και πολιτισμικής αξίας αυτού ως ακόμη και κέντρου διατήρησης και συντήρησης πλούσιου υλικού, έτσι ώστε να χαρακτηρίζεται "καταφύγιο" και "μουσείο" μοναδικού θησαυρού ελληνικής τέχνης και γραμμάτων.
Στη Μονή Μεγίστης Λαύρας υπάρχει μία μαρμάρινη αναθηματική ανάγλυφη πλάκα,στην οποία απεικονίζεται ένα τεράστιο αυτί εντός πλαισίου, πάνω από το οποίο υπάρχει εγχάρακτη η επιγραφή: ΑΡΤΕΜΙΔΙ ΑΓΡΟΤΕΡΑ / ΝΕΒΡΙΣ ΕΠΙΤΑΓΗΝ / ΑΝΕΘΗΚΕΝ. Από τους χαρακτήρες εξάγεται το συμπέρασμα ότι η πλάκα ανήκει στην κλασική ελληνική περίοδο και χρονολογείται στον Ε΄ – Δ΄ π.Χ. αιώνα. Η τοποθέτηση της αναθηματικής πλάκας στο συγκεκριμένο σημείο είναι αφιέρωμα κάποιας Νεβρίδος στην θεά Αρτέμιδα και αποτελεί απόδειξη πως υπήρχαν ελληνικοί ναοί οι οποίοι ίσως κατεστράφησαν από τους χριστιανούς μοναχούς.
Οι τέσσερις βασιλείς της αρχαιότητας (των Ελλήνων Αλέξανδρος, των Ρωμαίων Αύγουστος, ο βασιλεύς Ναβουχοδονόσωρ και ο βασιλεύς Μήδων και Περσών) που απεικονίζονται ένθρονοι με παλαιολόγεια αυτοκρατορική στολή σε τοιχογραφία του 1568 δεν αφήνουν αδιάφορο το βλέμμα οποιουδήποτε προσκυνητή στο καθολικό της ιεράς μονής Δοχειαρίου του Αγίου Ορους.
Πολλαπλάσια ερωτήματα γεννούν στον ανίδεο επισκέπτη της μοναστικής πολιτείας η παράσταση του ζωδιακού κύκλου των αστερισμών, στην ίδια μονή, και οι δώδεκα ολόσωμες μορφές φιλοσόφων (Πυθαγόρας, Σωκράτης, Ομηρος, Αριστοτέλης, Σίβυλλα, Πλάτων, Πλούταρχος κ.ά.) εκατέρωθεν του Ιεσσαί σε τοιχογραφία που φιλοτέχνησε μεταξύ 1535 και 1541 ο Κρητικός ζωγράφος Θεοφάνης στην τράπεζα της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας. Σ’ ένα πιο εξειδικευμένο μάτι, επίσης, δεν περνούν απαρατήρητες οι κολόνες ιωνικού και δωρικού ρυθμού που υποβαστάζουν τα κελιά και τον ξύλινο διάδρομο στην ιερά μονή Ιβήρων, οι ενεπίγραφες στήλες σε πηγάδια και κρήνες και άλλα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα της προχριστιανικής περιόδου που βρίσκονται εντοιχισμένα επί χίλια και πλέον χρόνια στους στιβαρούς τοίχους των μοναστηριών.
Γύρω από τις πηγές της αρχαιοελληνικής γραμματείας περιστρέφονται και οι αρχαιολόγοι (Ιωακείμ Αθ. Παπάγγελος και Στέφανος Π. Παλιομπέης) στην προσπάθειά τους να ταυτίσουν τις αρχαιότητες με τις θέσεις πόλεων, καθώς συστηματική ανασκαφή δεν έχει γίνει ώς τώρα.
Υπολείμματα προχριστιανικών πόλεων ή μνημείων βρίσκονται διάσπαρτα κοντά στα ιερά καθιδρύματα, ενισχύοντας την άποψη ότι τα μεγάλα μοναστηριακά συγκροτήματα πιθανότατα κτίστηκαν σε θέσεις προκατοικοιημένες. Κριτήρια για την επιλογή αποτέλεσαν προφανώς εκτός των άλλων, η δυνατότητα προμήθειας οικοδομικών υλικών. Είναι χαρακτηριστική η τοιχογραφία του 1568 στο καθολικό της Μονής Δοχειαρίου με τέσσερις μοναχούς να μεταφέρουν «θησαυρόν» και μια μεμονωμένη όρθια κολόνα να επισημαίνει, πιθανότατα, τον αρχαιολογικό χώρο όπου εντόπισαν το εύρημα.
Σπαράγματα από αγάλματα της κλασικής-ελληνιστικής περιόδου, κιονόκρανα, βάθρα, μαρμάρινες επιτύμβιες στήλες, επιγραφές, και ανάγλυφες πλάκες ως θωράκια (ένα παριστάνει την ανάληψη του Μ. Αλεξάνδρου) χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικά υλικά για τα βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία. Σαρκοφάγοι μετατράπηκαν σε δεξαμενές για τη φύλαξη λαδιού, κιονόκρανα και μαρμάρινα ανάγλυφα κοσμούν παράθυρα και εισόδους, ενώ ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα θεωρείται η ενεπίγραφη μαρμάρινη στήλη του βασιλέως Κασσάνδρου στη μονή Δοχειαρίου.
Πλούσιες συλλογές με κινητές αρχαιότητες και νομίσματα από τους αρχαϊκούς ώς τους υστερορωμαϊκούς χρόνους συγκέντρωσαν από τον 19ο αιώνα οι ιερές μονές με σημαντικότερες του Βατοπαιδίου, της Μεγίστης Λαύρας, του Αγίου Παντελεήμονος, του Δοχειαρίου, του Χελανδαρίου, της Αθωνιάδος Σχολής στις Καρυές και της Σιμωνόπετρας.
Επίσης πολλά από τα σημαντικότερα σε παγκόσμιο επίπεδο βυζαντινά χειρόγραφα αρχαιοελληνικών κειμένων με εκατοντάδες τίτλους φυλάσσουν όλες σχεδόν οι αγιορείτικες βιβλιοθήκες.Τουλάχιστον 183 χειρόγραφα σχετικά με την κλασική αρχαιότητα αριθμεί η ιβηριτική συλλογή, εκ των οποίων 35 με αριστοτελικά έργα που χρονολογούνται από τον 13ο ώς τον 18ο αιώνα.
Αξιοπερίεργο είναι και οι παραστάσεις σε ναούς και μοναστηριακά κτίσματα (με παλαιότερη την τοιχογραφία της Μεγίστης Λαύρας και νεότερη της Μονής Βατοπαιδίου) του Αριστοτέλη, του Σόλωνα, του Πλάτωνα, του Σοφοκλή, του Θουκυδίδη, του Πλούταρχου, του Ομήρου και άλλων φιλοσόφων είναι σε θέση κοντά σε αγίους.
Πηγές: Theancientwebgreece, Καθημερινή
Η αρχαιοελληνική ιστορία του Αγίου Όρους
https://www.diaforetiko.gr/to-agio-oros-ke-i-archeoelliniki-istoria-tou/
Η Ελληνική μυθολογία αναφέρεται συχνά στη Χαλκιδική. Το αρχαίο όνομα της Κασσάνδρας ήταν Φλέγρα, δηλαδή τόπος της φωτιάς. Πιστεύεται ότι ήταν η γη των Γιγάντων και το πεδίο μάχης του πολέμου µμεταξύ των Θεών του Ολύμπου και των Γιγάντων, όταν οι τελευταίοι επιχείρησαν να εκδιώξουν τους Θεούς από τον Όλυμπο. Σύμφωνα µε ένα μύθο, ο Εγκέλαδος, ένας από τους Γίγαντες, καταπλακώθηκε από βράχο που πέταξαν εναντίον του οι Θεοί του Ολύμπου. Έτσι, ο "Εγκέλαδος-σεισμός" γίγαντας, είναι θαμμένος στην Κασσάνδρα, αλλά µη έχοντας πεθάνει, από καιρό σε καιρό προσπαθεί να ελευθερωθεί από το βράχο που τον έχει καταπλακώσει και οι προσπάθειές του αποτελούν το φαινόμενο του σεισμού.
Στο άλλο άκρο της Χαλκιδικής η χερσόνησος του Άθω πάλι σχηματίστηκε και πήρε το όνομα της από το βράχο που έριξε εναντίον των θεών ο Γίγαντας Άθως. Η Σιθωνία οφείλει το όνομα της στο Σίθωνα, το γιο του Ποσειδώνα.
Τα απολιθωμένα λείψανα ελεφαντοειδών και άλλων εξαφανισμένων ειδών που βρέθηκαν στη Νικήτη και έχουν εντοπιστεί στα Βραστά, στην Τρίγλια κ.α. αποτελούν μάρτυρες μιας άλλης εποχής, που µάλλον δεν είδε ποτέ ανθρώπινο γένος. Επίσης τα ευρήματα στο Σπήλαιο των Πετραλώνων απέδειξαν ότι η παρουσία του ανθρώπου εδώ ξεπερνά τις 700.000 χρόνια, ενώ το κρανίο του αρχανθρώπου υπολογίζεται πως έχει ηλικία 200.000 ετών περίπου. Εγκαταστάσεις οργανωμένης κοινωνίας έχουμε στη Χαλκιδική από το 4.000 π.Χ. και οι παλαιότεροι κάτοικοί της ήταν Θράκες και Πελασγοί.
Τον 8ο αι. π.Χ. πλήθος κατοίκων καταφθάνει στην περιοχή, προερχόμενο κυρίως από την Χαλκίδα (εξ ου και η ονομασία "Χαλκιδική") και την Ερέτρια. Στο τέλος του 5ου αι. π.Χ. οι 32 σπουδαιότερες πόλεις ιδρύουν υπό την ηγεσία της Ολύνθου, το "κοινόν των Χαλκιδέων", το οποίο θα διαλυθεί το 379 π.Χ. από τους Σπαρτιάτες. Το 348 π.Χ. ο Φίλιππος ενσωματώνει την περιοχή στο Μακεδονικό Βασίλειο. Στα Ελληνιστικά χρόνια ιδρύονται τρεις μεγάλες πόλεις: Κασσάνδρεια (315), Ουρανούπολις (315) και Αντιγόνεια (στη μέση της Καλαµαριάς το 280 π.Χ.). Το 168 π.Χ. περνά στα χέρια των Ρωμαίων και παρακμάζει καθώς οι πόλεις της περιήλθαν υπό τον έλεγχο Ρωμαίων εμπόρων κυρίως.
Οι αρχαίοι Έλληνες αποίκησαν την χερσόνησο του Αγίου Όρους πολύ νωρίς, η οποία κατά τους αρχαίους χρόνους ονομάζονταν Ακτή. Ξέρουμε πως υπήρχαν οκτώ πόλεις στην Ακτή: το Δίον, η Ολόφυξος, ο Άθως οι Ακροθώοι (εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η Μονή Μεγίστης Λαύρας), οι Κλεωνές, η Απολλωνία, η Ουρανούπολη, το Παλαιώριο και η Θυσσός. Δυστυχώς, δεν γνωρίζουμε την ακριβή θέση των οικισμών αυτών. Εικάζεται πως οι πρώτες τρεις βρισκόντουσαν στην ανατολική πλευρά και οι άλλες δύο στην δυτική.
Ο Ηρόδοτος χαρακτηρίζει τη θάλασσα του Άθω «θηριωδεστάτη», μιας και το 492 π.Χ. εκεί καταποντίστηκε ολόκληρος ο περσικός στόλος που είχε βάλει πλώρη για την Αθήνα υπό τον στρατηγό Μαρδόνιο. Χάθηκαν είκοσι χιλιάδες άνδρες και τριακόσια πλοία. Την εποχή των περσικών πολέμων η χερσόνησος αριθμούσε περί τις δέκα χιλιάδες κατοίκους. Πρέπει να έκαναν πολύ υγιεινή ζωή, μιας και σύμφωνα με τον Λουκιανό, ζούσαν εκατόν τριάντα χρόνια! Πολλοί από αυτούς ήταν Πελασγοί και Ετρούσκοι.
Αν και ήξεραν ελληνικά, μιλούσαν κι άλλες γλώσσες, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη. Οι πληθυσμοί που ζούσαν στην Ακτή τιμούσαν τους ίδιους θεούς με την λοιπή Ελλάδα. Στο υψηλότερο σημείο του Άθω ορθώνονταν ένα άγαλμα που ονομαζόταν ο "Αθώος Δίας" (εξ ου και η ονομασία Άθως), του οποίου η σκιά όταν έγερνε ο ήλιος λέγεται ότι άγγιζε τη Λήμνο. Οι πρώτοι κάτοικοι του Άθω λάτρευαν επίσης τη Δήμητρα, την Αφροδίτη, την Αρτέμιδα, τον Απόλλωνα και τον Ασκληπιό.
Κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. οι Αθηναίοι χάνουν τον έλεγχο της Χαλκιδικής, η οποία εντάσσεται στο βασίλειο της Μακεδονίας. Αργότερα, κατά τους πρώτους αιώνες της χριστιανικής εποχής, επιδεινώνεται συνεχώς η παρακμή της Χαλκιδικής: πέραν του ζυγού των Ρωμαίων δέχεται μαζικές εισβολές Σλάβων και Βουλγάρων. Οι επιπλέον ταλαιπωρίες από τους πειρατές εξηγούν γιατί εγκαταλείπεται σταδιακά ο πληθυσμός της χερσονήσου. Έτσι, κατά τον 5ο αιώνα μ.Χ. δεν κατοικεί πλέον κανείς στις πόλεις της Ακτής. Υπάρχουν μόνον αγάλματα...
Αντιθέτως κατά τα αρχαία χρόνια υπήρχε αυστηρό Άβατο για τους άντρες. Εκεί υπήρχαν ιερά της θεάς Αρτέμιδος, στα οποία βρίσκονταν οι ιέρειες της, νέες αγνές κοπέλες, και θεραπαινίδες της θεάς.
Στη Μονή Μεγίστης Λαύρας υπάρχει μία μαρμάρινη αναθηματική ανάγλυφη πλάκα, στην οποία απεικονίζεται ένα τεράστιο αυτί εντός πλαισίου, πάνω από το οποίο υπάρχει εγχάρακτη η επιγραφή : ΑΡΤΕΜΙΔΙ ΑΓΡΟΤΕΡΑ / ΝΕΒΡΙΣ ΕΠΙΤΑΓΗΝ / ΑΝΕΘΗΚΕΝ. Από τους χαρακτήρες εξάγεται το συμπέρασμα ότι η πλάκα ανήκει στην κλασική ελληνική περίοδο και χρονολογείται στον Ε΄ - Δ΄ π.Χ. αιώνα. Η τοποθέτηση της αναθηματικής πλάκας στο συγκεκριμένο σημείο είναι αφιέρωμα κάποιας Νεβρίδος στην θεά Αρτέμιδα και αποτελεί απόδειξη πως υπήρχαν ελληνικοί ναοί οι οποίοι κατεστράφησαν (ίσως, χωρίς να είμαστε βέβαιοι και) από τους χριστιανούς μοναχούς.
Κατά την ομηρική εποχή, η θεά «ρυθμίζει την αγνότητα του πρωτόγονου βίου, όπου η μητρότητα συνδυάζεται με τη γονιμότητα αλλά όχι και με τον έρωτα».
Παραπέμπει στον Γάλλο φιλόσοφο και ιστορικό Πιέρ Γκριμάλ, ο οποίος παρατηρεί «μια ιδιοτυπία στη λατρεία της Αρτέμιδος: στην παρθένο θεά απευθύνονταν για να ζητήσουν βοήθεια κατά τον τοκετό», αφού μπορούσε να φανεί και κακότροπη, οπότε «οπλισμένη με τόξο, έριχνε ένα βέλος στην ετοιμόγεννη, δίνοντάς της αιφνίδιο θάνατο».
Αυτό συνδέει την Αρτέμιδα με την πρωιμότερη Ειλείθυια, η οποία, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Παυσανία, «λατρεύτηκε στη Δήλο ως εύλινος (αυτή που κλώθει καλά) και ταυτιζόταν φανερά με τη μοίρα. Η Ειλείθυια», προσθέτει ο Γκριμάλ, «είναι η θεά του τοκετού, δηλαδή της στιγμής κατά την οποία αρχίζει να ξετυλίγεται το νήμα της ζωής.
“Μήπως, λοιπόν, η Aρτεμις, η θεά του αιφνίδιου θανάτου, ήταν εκείνη που στην προομηρική ποίηση σπάει αυτό το νήμα;” Aλλωστε σ’ αυτήν μόνο αποδίδει ο Oμηρος το επίθετο «χρυσήλακτος», αυτή που κρατάει τη χρυσή ηλακάτη, τη χρυσή ρόκα.
H Άρτεμη είναι μια από τις παλαιότερες, πιο περίπλοκες αλλά και πιο ενδιαφέρουσες μορφές του ελληνικού πανθέου. Κόρη του Δία και της Λητούς, δίδυμη αδερφή του Απόλλωνα, βασίλισσα των βουνών και των δασών, θεά του κυνηγιού, προστάτιδα των μικρών παιδιών και ζώων.
Η γέννηση της ιδιόρρυθμης θεάς τοποθετείται στο νησί Ορτυγία. Σ' αυτό τον άγονο τόπο και μετά από φοβερές ταλαιπωρίες και περιπλανήσεις είχε καταφύγει η έγκυος Λητώ προκειμένου να κρυφτεί και να προφυλαχτεί από την καταδιωκτική μανία της νόμιμης συζύγου του Δία, της Ήρας. Εκεί και με τη βοήθεια όλων των γυναικείων θεοτήτων (εκτός της Ήρας) ήρθε στο φως η Άρτεμη και λίγο αργότερα ο αδερφός της ο Απόλλωνας.
Από τις πρώτες κιόλας ώρες της γέννησής της η Άρτεμη παίρνει πρωτοβουλίες. Αν και νεογέννητο βρέφος, βοηθά την εξουθενωμένη μητέρα της να ξεγεννήσει και το δεύτερο της παιδί και ταυτίζεται με τον τρόπο αυτόν με την Ειλείθυια, τη θεά του τοκετού. Πανέμορφη και πανέξυπνη η Άρτεμη, είχε από πολύ νωρίς κερδίσει την εκτίμηση των άλλων θεών. Ήδη από τα τρία της χρόνια είχε συγκεκριμένες απαιτήσεις, που αφορούσαν την ενδυμασία της, τον εξοπλισμό της και την ακολουθία της στην πιο αγαπημένη της ενασχόληση, το κυνήγι. Ήταν παιδί που ήξερε τι ήθελε και πραγματικά σταθερό και άκαμπτο στις αποφάσεις του.
Ο Δίας τη θαύμαζε για την επιμονή της και, λόγω της ευστροφίας της, της έτρεφε πολύ μεγάλη αγάπη και ικανοποιούσε όλες της τις επιθυμίες. Ένα από τα πρώτα πράγματα που ζήτησε η Άρτεμη σαν δώρο από τον πατέρα της ήταν η αιώνια αγνότητα και παρθενία. Πιστή και σταθερή σ' ότι ζητούσε και τη δέσμευε, η παρθενική θεά δε σπίλωσε ποτέ ούτε το ήθος της, ούτε και το χαρακτήρα της. Σοβαρή και περήφανη, διατήρησε την αγνότητά της περιφρονώντας ερωτικές πολιορκίες κι επιθέσεις. Αφοσιωμένη στο κυνήγι και τη φύση, αδιαφόρησε για τις χαρές του γάμου και τις απολαύσεις του έρωτα. Με επιβολή και αυστηρότητα απαίτησε την αθωότητα και την παρθενικότητα όχι μόνο του εαυτού της, αλλά και των Νυμφών που την περιστοίχιζαν κι επίσης αυτών που με τις υπηρεσίες τους την τιμούσαν.
Η Άρτεμη ήταν μια θεά αμείλικτη που ποτέ σχεδόν δε συγχωρούσε. Οποιαδήποτε παρατυπία σε βάρος της, οποιαδήποτε παρέκκλιση από τα πιστεύω της και τις αρχές της άξιζε την τιμωρία της. Η αδυσώπητη οργή της ήταν έτοιμη να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή απέναντι στον παραβάτη των αυστηρών της κανόνων. Τα θανατηφόρα της βέλη στόχευαν διαρκώς θνητούς, θεούς και ήρωες που παρέβλεπαν την ύπαρξή της ή αμελούσαν τις αρχές και τη λατρεία της.
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου